Χρυσόγονος Πυρρίχου, ο παλιότερος γνωστός Εδεσσαίος

Ένα τιμητικό ψήφισμα που βρέθηκε το 1970 στη Λάρισα ευχαριστεί κάποιον Χρυσόγονο, γιο του Πυρρίχου, αναφέροντας ότι είναι Μακετούν εξ Εδέσσσας, δηλαδή Μακεδόνας από την Έδεσσα. Το είχαμε ήδη αναφέρει στην ανάρτηση για τους 3+1 ιδρυτικούς μύθους της μακεδονικής δυναστείας. Από τότε είχα την επιθυμία να μάθω περισσότερα για αυτόν αφού τυχαίνει να είναι ο παλιότερος Εδεσσαίος που συναντάμε στην ιστορία. Πως βρέθηκε στη Λάρισα και γιατί ήταν ευεργέτης της πόλης αυτής; Η ευκαιρία δόθηκε αυτές τις μέρες ανιχνεύοντας στοιχεία για την αρχαία Μακεδονία. Το ψήφισμα είναι γραμμένο στην θεσσαλική διάλεκτο αλλά παρόλα αυτά αρκετά κατανοητό. Περιέχει τρεις ευδιάκριτες ενότητες. Η πρώτη αφορά στον χρόνο που έγινε, η δεύτερη αποτελεί το καθαυτό ψήφισμα και η τρίτη εξηγεί την διαδικασία της δημοσίευσης. Το πρωτότυπο θεσσαλικό κείμενο βρίσκεται στο Παράρτημα αυτού του κειμένου. Στη νεοελληνική έχει ως εξής:

Επί των ταγών (αρχόντων της πόλης) Ανανκίππου του Θεσσαλού, Αριστόνου του Θεσσαλού, Μνασία του Πουτάλου, Επιγένη του Ιάσονα, Μενάνδρου του Πολυαινέδα, την δεκάτη έκτη μηνός Ιπποδρομίου, προεδρεύοντος του Μνασία.

επειδή ο Χρυσόγονος, γιος του Πυρρίχου, Μακεδόνας από την Έδεσσα, φίλος και ευεργέτης της πόλης των Λαρισαίων, φανερά πάντα πράττει ότι είναι χρήσιμο για τη πόλη, μετά από πρόταση των ταγών, ψηφίστηκε από τον δήμο να δοθεί σ’ αυτόν και στους απογόνους του το προνόμιο του πολίτη με την ίδια ισχύ όπως και στους Λαρισαίους αφού διαλέξει την φυλή που επιθυμεί.

το ψήφισμα αυτό να ισχύει για πάντα και ο ταμίας να το αναγράψει σε λίθινη στήλη μπροστά στο ιερό του Κερδώου πληρώνοντας την σχετική δαπάνη.

Το ψήφισμα σύμφωνα με τους ειδικούς είναι των αρχών της βασιλείας του Φιλίππου Ε’, την περίοδο του 2ου Συμμαχικού Πολέμου (220 -217 π. Χ). Θα δοκιμάσουμε όμως να το χρονολογήσουμε και με την εφαρμογή Τεχνητής Νοημοσύνης “Ιθάκη” που έχει αναπτυχθεί από τα πανεπιστήμια Ca’ Foscari (Βενετίας), Οξφόρδης (ΗΒ), Brown (ΗΠΑ), και Οικονομικού Αθηνών. Η αναζήτηση έγινε με την εγγραφή της φράσης του αρχαίου κειμένου “όπειδεί Χρυσόγονος, Πυρρίχειος, Μακετούν έξ Εδέσσας, φίλος εούν και ευεργέτας τας τουν Λαρισαίουν πόλιος έν παντί καιρού, κι κ’ έχει χρείσιμον τά πόλι, φανερός έστι πράσουν, τούν ταγούν λεξάντουν¨. Το αποτέλεσμα βρίσκεται στο πιο κάτω διάγραμμα. Η “Ιθάκη” μας λέγει ότι η φράση αυτή με πιθανότητα 67% γράφτηκε στη Θεσσαλία μεταξύ 220 και 200 π. Χ., με μέση τιμή την χρονιά 216.

Έχουμε δηλαδή επιβεβαίωση της άποψης των ειδικών. Θα δείξουμε στο παρόν κείμενο ότι πράγματι το 216 είναι η πιθανότερη χρονιά παρακολουθώντας τα ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης. Οδηγός μας ο ιστορικός Πολύβιος (202 – 120 π. Χ,) ο οποίος περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα εκείνης της εποχής και φυσικά ο Κωνσταντίνος Γαλλής ο οποίος πρώτος έφερε στο φως το ψήφισμα και το όνομα του Εδεσσαίου αυτού άνδρα (Gallis, Ancient Macedonia II, 1977). Ας σημειώσουμε ότι ο επιθετικός προσδιορισμός Κερδώος δεν αναφέρεται στον Ερμή αλλά στον Απόλλωνα προς τιμήν του οποίου υπήρχε ένα μεγάλο ιερό στο κέντρο της πόλης (“τοι Άπλονος Κερδοίοι”)

Η δυναστεία των Αντιγονιδών με λίγα λόγια

Μετά τον θάνατο του Μεγαλέξανδρου, το Βασίλειο της Μακεδονίας πέρασε στα χέρια διαφορετικών ηγετών, αλλά κανένας δεν κατάφερε να εδραιώσει τη δυναστική συνέχεια. Η δυναστεία των Αντιγονιδών έλκει το όνομα της από τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο, τον κορυφαίο Ελίμειο στρατηγό του Αλεξάνδρου και ιδρυτή του Βασιλείου των Αντιγονιδών στην Ασία (306 – 301). Μετά την γενικευμένη αναστάτωση της περιόδου 301 – 277 και τους πολέμους των Διαδόχων, η δυναστεία εδραιώνεται στον ελληνικό χώρο όταν ο εγγονός του Αντίγονος Γονατάς νικά το 277 τους Γαλάτες στη Λυσιμάχεια της Θράκης και ανεβαίνει στον θρόνο της Μακεδονίας. Οι απόγονοι του θα βασιλέψουν μέχρι το 168, χρονιά κατά την οποία ο τελευταίος βασιλιάς Περσέας ηττάται από τους Ρωμαίους στην Πύδνα. Η ήττα φέρνει το τέλος της δυναστείας, την πτώση της βασιλείας και την κατάληψη της Μακεδονίας από τη ρωμαϊκή εξουσία. Την περίοδο αυτή πέντε ηγεμόνες διαδέχονται στην κεφαλή του βασιλείου: ο Αντίγονος Γονατάς (277-239), ο Δημήτριος Β’ (239-229), ο Αντίγονος Γ’ Δώσων (229-221), ο Φίλιππος Ε’ (221-179) και ο Περσέας (179-168).

Ο Αντίγονος Γονατάς πέθανε το 239 σε ηλικία περίπου 80 ετών και τον διαδέχθηκε ο γιος του Δημήτριος Β΄ που του χάρισε η Σελευκίδα πριγκίπισσα Φίλα, κόρη της Στρατονίκης και του Σέλευκου Νικάτορα, ο οποίος είχε ιδρύσει και την Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Όταν πέθανε ο πατέρας του, ο Δημήτριος ήταν περίπου 36 ετών και η μεταβίβαση της εξουσίας κύλησε ομαλά. Ό ίδιος βασίλεψε για δέκα χρόνια αφού πέθανε ξαφνικά το 229, πολεμώντας τους Δαρδάνους. Παρά το ότι είχε πολλές συζύγους, είχε μόνο έναν γιο, τον οκταετή Φίλιππο Ε’, που γεννήθηκε από τη Φθία, κόρη του Αλέξανδρου Β΄ της Ηπείρου, γιου του Πύρρου. Λόγω της μικρής του ηλικίας κλήθηκε ο ξάδελφος του, ο Αντίγονος Γ’, γνωστός με το προσωνύμιο Δώσων, ως επίτροπος και στη συνέχεια ως βασιλιάς. Παντρεύτηκε την μητέρα του Φιλίππου, τον υιοθέτησε και έλαβε όλα τα μέτρα για να έχει μια καλή προετοιμασία για τα μελλοντικά υψηλά του καθήκοντα. Είχε ετοιμάσει μάλιστα και διαθήκη πώς να διοικείται το βασίλειο, πώς να τακτοποιούνται οι υποθέσεις και πώς να αποφεύγονται τριβές και διχόνοιες στη βασιλική αυλή.

Ἀντίγονος γὰρ καλῶς μὲν ζῶν προέστη τῆς τε βασιλείας καὶ τοῦ παιδὸς αὑτοῦ, καλῶς δὲ τὸν βίον μεταλλάττων προενοήθη πρὸς τὸ μέλλον περὶ πάντων τῶν πραγμάτων. ἀπολιπὼν γὰρ διαθήκην ἔγραφε Μακεδόσιν ὑπὲρ τῶν διῳκημένων· ὁμοίως δὲ καὶ περὶ τοῦ μέλλοντος διέταξε πῶς καὶ διὰ τίνων ἕκαστα δεήσει χειρίζεσθαι, βουλόμενος μηδεμίαν ἀφορμὴν καταλιπεῖν τοῖς περὶ τὴν αὐλὴν πρὸς ἀλλήλους φιλοτιμίας καὶ στάσεως” (Πολυβ, 4.87.6).

Με τον θάνατο του Αντιγόνου το 221 μετά την μάχη εναντίον των Ιλλυριών στον θρόνο ανεβαίνει ο Φίλιππος Ε’ μόλις 17 ετών. Θα αποκτήσει τρεις γιους και μια κόρη. Οι δυο πρώτοι γιοι, ο Περσέας και ο Δημήτριος, θα έχουν μια έντονη αντιπαλότητα που θα οδηγήσει τον δεύτερο στον θάνατο. Έτσι, όταν ο Φίλιππος Ε΄ πεθαίνει το 179 στην Αμφίπολη προετοιμαζόμενος για εκστρατεία εναντίον των Δαρδάνων, τον διαδέχεται ο μεγαλύτερος γιος του. Ο Περσέας θα αποκτήσει δύο γιους, αλλά μετά την ήττα του από τον Ρωμαίο στρατηγό Αιμίλιο Παύλο στη Πύδνα το 168 θα συλληφθεί και θα μεταφερθεί αιχμάλωτος με όλη την αυλή στη Ρώμη.

Φίλοι” και “Σύντροφοι” του Βασιλέως

Οι “Φίλοι” στους Επιγόνους ήταν το αντίστοιχο των Εταίρων της δυναστείας των Τημενιδών. Δεδομένου ότι οι πρώην εταίροι του Αλεξάνδρου έγιναν βασιλείς, τους δικούς τους συμβούλους τους ονόμαζαν “φίλους”. Οι Φίλοι αποτελούν επίσημη ομάδα αξιωματούχων της Αυλής. Η επιλογή δεν γίνεται παντα με βάση την καταγωγή αλλά συχνά με βάση τα χαρακτηριστικά και τις ικανότητες τους. Ο βασιλιάς ζητά να είναι, πάνω απ’ όλα, καλοί σύμβουλοι. Ζουν στο περιβάλλον του μονάρχη και ως εκ τούτου κυρίως στη βασιλική Αυλή. Είναι φυσιολογικό να απουσιάζουν κάποιο χρόνο για να εκπληρώσουν διάφορες λειτουργίες όπως διοίκηση στρατευμάτων ή πλοίων, στρατιωτική διοίκηση περιφερειών, καθώς επίσης αποστολές ως πρέσβεις του βασιλιά. Ο Πολύβιος χρησιμοποιεί και άλλους συνώνυμους όρους όπως οι αυλικοί, οι βασιλικοί, οι εν βασιλείοις, οι περί την αύλήν και οι περί τάς αύλάς διατρίβοντες.

Όπως και στους Τημενίδες, ο μελλοντικός κληρονόμος του θρόνου μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον καλλιεργημένων ανθρώπων. Περιβάλλεται από ειδικούς που είναι υπεύθυνοι για την εκπαίδευσή του. Πρόκειται για τους τροφείς, τους παιδαγωγούς και τους διδασκάλους (καὶ σὺν αὐτοῖς τροφέων καὶ διδασκάλων καὶ παιδαγωγῶν). Αν ο Φίλιππος Β’ προσκάλεσε τον φιλόσοφο Αριστοτέλη για την αγωγή του Αλεξάνδρου, ο Αντίγονος Γονατάς θα προσκαλέσει τον στωικό φιλόσοφο Ζήνωνα. Ο Ζήνων θα του απαντήσει ότι τα ογδόντα του χρόνια δεν του επιτρέπουν δυστυχώς να κάνει τέτοιο ταξίδι (Η επιστολή του Αντιγόνου και η απάντηση του Ζήνωνα στο Παράρτημα). Αλλά θα του στείλει δύο από τους μαθητές του, τον Θηβαίο Φιλωνίδη και τον Περσαίο από το Κίτιο (απέστειλε δὲ Περσαῖον καὶ Φιλωνίδην τὸν Θηβαῖον, ὧν ἀμφοτέρων Ἐπίκουρος μνημονεύει ὡς συνόντων Ἀντιγόνῳ, Διογένης Λαέρτιος 7.1.6-7). Τον Περσαίο μάλιστα, ένα φιλόσοφο, θα ορίσει αργότερα και διοικητή της Κορίνθου.

Η βασιλική εκπαίδευση γίνεται μαζί με μια ομάδα προνομιούχων νέων, τους “Συντρόφους”. Πρόκειται για υιούς αριστοκρατικών οικογενειών που μεγαλώνουν μαζί με τους βασιλόπαιδες. Ο σύντροφος (συν + τροφή) ήταν ένας τίτλος που διατηρούσαν για το υπόλοιπο της ζωής τους. Ένας από τους συντρόφους του Φίλιππου Ε’ αναφέρεται από τον Πολύβιο: ήταν ο Σάμος, ένας εκκολαπτόμενος ποιητής. Ο πατέρας του, ο Χρυσόγονος, ήταν ένας από τους φίλους του Φιλίππου Ε΄ (καὶ τὸν περιφερόμενον στίχον, ἤδη τότε τῆς ἐπιδεξιότητος τῆς Σάμου φυομένης, ὃς ἦν υἱὸς μὲν Χρυσογόνου, σύντροφος δὲ τοῦ βασιλέως, Πολυβ. 5,9,4). Πρόκειται για τον Εδεσσαίο που τίμησαν με το ψήφισμα οι Λαρισαίοι.

Ο Σάμος εκπαιδεύτηκε στη βασιλική αυλή της Πέλλας με τον μέλλοντα βασιλέα Φίλιππο Ε’. Ήταν συνομήλικοι, γεννημένοι το 238. Ο Χρυσόγονος είχε και έναν άλλον γιο στον οποίο έδωσε το όνομα του πατέρα του, δηλαδή Πύρριχο. Ο Πολύβιος τον μνημονεύει πρώτο (καὶ Πύρριχον καὶ Σάμον, 23.10.9). Εικάζουμε έτσι ότι ο Πύρριχος ήταν ο πρωτότοκος γιος. Εάν ο Χρυσόγονος παντρεύτηκε μετά τα είκοσι του, όπως ήταν σύνηθες, τότε θα πρέπει να γεννήθηκε ο ίδιος πριν το 260, ήταν δηλαδή συνομήλικος του Αντιγόνου Γ’ ο οποίος γεννήθηκε το 263.

Ο Φίλιππος Ε’ κληρονόμησε τους φίλιους του θετού του πατέρα μερικοί από τους οποίους είχαν οριστεί και επίτροποι του πριν αναλάβει την διακυβέρνηση του βασιλείου, όπως ο Απελλής. Όταν ανέλαβε την βασιλεία ο Φίλιππος, ο Χρυσόγονος ήταν ήδη φίλος του θετού του πατέρα και στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλίας, ο Ταυρίων φίλος και στρατιωτικός διοικητής της Πελοποννήσου, ο Αλέξανδρος φίλος και αρχηγός των σωματοφυλάκων του βασιλέως, ο Λεόντιος αρχηγός των Πελταστών, ενώ ο Μεγαλέας είχε το αντίστοιχο αξίωμα του σημερινού Αυλάρχη κλπ.

Ο Πολύβιος μας πληροφορεί ότι ο Χρυσόγονος και ο Φίλιππος είχαν μια πολύ καλή σχέση. Συμβούλευε τον Φίλιππο με πολύ προθυμία και καλοσύνη (καὶ μὴν περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου καὶ Χρυσογόνου καὶ τῶν ἄλλων φίλων εὐνοίας καὶ προθυμίας εἰς αὐτὸν οὐδʼ ἂν εἰπεῖν τις δύναιτʼ ἀξίως, Πολυβ. 7.11). Αλλά και ο Φίλιππος εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Χρυσόγονο, άκουγε με ευχαρίστηση τις συμβουλές του οι οποίες τον ηρεμούσαν και τον έκαμναν πιο ανθρώπινο, αντίθετα με τις συμβουλές άλλων φίλων όπως του Ταυρίωνα και του Δημητρίου (Φίλιππος δʼ ὁ βασιλεύς, ὅτε μὲν Ταυρίων ἢ Δημήτριος αὐτῷ συμπράττοιεν, ἦν ἀσεβέστατος, ὅτε δὲ πάλιν Ἄρατος ἢ Χρυσόγονος, ἡμερώτατος, Πολυβ. 9.23.9).

Η Μακεδονία την εποχή του Φιλίππου Ε’

Ο Χρυσόγονος και η Λάρισα

Την εποχή των Αντιγονιδών, οι πολεμικές δραστηριότητες των βασιλέων επικεντρώνονταν αφενός στους από βορρά εισβολείς και αφετέρου στην αντιμετώπιση των φυγόκεντρων δυνάμεων της νότιας Ελλάδας. Με την άνοδο του εφήβου βασιλιά στον θρόνο, η Αιτωλική Συμπολιτεία, κυριότερη τότε δύναμη στη νότα Ελλάδα, έκρινε ότι ήταν ευκαιρία να επεκτείνει την κυριαρχία της. Έτσι το 220 άρχισε ο δεύτερος Συμμαχικός πόλεμος μεταξύ δύο μπλοκ που διήρκεσε τρία χρόνια. Από τη μια μεριά ήταν η Αιτωλική Συμπολιτεία με την Σπάρτη και την Ήλιδα και από την άλλη η Ελληνική Συμμαχία που είχε συγκροτήσει ο Αντίγονος Δώσων το 224 μετά από αίτημα των Αχαιών. Σ’ αυτήν συμμετείχαν εκτός από τους Μακεδόνες και τους Αχαιούς, οι Ηπειρώτες, οι Φωκαείς, οι Βοιωτοί, οι Ακαρνάνες, οι Λοκροί, οι Ευβοείς και οι Θεσσαλοί. Με την άνοδο του στον θρόνο, ηγέτης της τελευταίας ήταν ο έφηβος Φίλιππος Ε´.

Ο Πολύβιος περιγράφει δύο περιστατικά στα οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο ο Χρυσόγονος. Το πρώτο έλαβε χώρα το 218. Ενώ ο Φίλιππος Ε’ επιχειρούσε στη Κεφαλλονιά, ο στρατηγός των Αιτωλών Δωρίμαχος σκέφτηκε ότι ήταν ευκαιρία να εκστρατεύσει και να λεηλατήσει χωρίς κίνδυνο την Θεσσαλία. Όταν όμως δρασκέλισε τα βουνά και πλησίαζε στη Λάρισα, είδε έκπληκτος μπροστά του τον Χρυσόγονο με παρατεταγμένο στρατό έτοιμο να δώσει μάχη. Υποχώρησε φοβισμένος πιο μακριά σε υψώματα χωρίς να αποφασίζει αν έπρεπε να επιτεθεί ή όχι. Την λύση έδωσαν τα νέα που έφτασαν μετά από λίγο καιρό από την Αιτωλία. Ο Φίλιππος είχε εισβάλει από την Κεφαλλονιά στην Αιτωλία, με αποτέλεσμα ο Δωρίμαχος να κάνει γρήγορα μεταβολή τρέχοντας να συνδράμει τους συμπατριώτες του.

Δωρίμαχος δὲ τὴν μὲν πρώτην ἔξοδον ἐποιήσατο μετὰ τῶν Αἰτωλῶν, πεπεισμένος, καθάπερ ἐπάνω προεῖπον, αὑτὸν μὲν ἀσφαλῶς κατασύρειν τὴν Θετταλίαν, τὸν δὲ Φίλιππον ἀναστήσειν ἀπὸ τῆς περὶ τοὺς Παλαιεῖς πολιορκίας· εὑρὼν δὲ τοὺς περὶ τὸν Χρυσόγονον καὶ Πετραῖον ἑτοίμους ἐν Θετταλίᾳ πρὸς τὸ διακινδυνεύειν, εἰς μὲν τὸ πεδίον οὐκ ἐθάρρει καταβαίνειν, ἐν δὲ ταῖς παρωρείαις προσανέχων διῆγε. προσπεσούσης δʼ αὐτῷ τῆς τῶν Μακεδόνων εἰς τὴν Αἰτωλίαν εἰσβολῆς, ἀφέμενος τῶν κατὰ Θετταλίαν ἐβοήθει τούτοις κατὰ σπουδήν Πολυβ. 5.17.6-7”

Το δεύτερο επεισόδιο έλαβε χώρα ένα χρόνο αργότερα, το 217. Οι Ιλλυριοί τον 4ο και το πρώτο μισό του 3ου αιώνα αποτελούσαν την πιο συχνή απειλή των Μακεδόνων εισβάλοντας κυρίως στην Άνω Μακεδονία, την Λυγκιστίδα και την Πελαγονία. Στο δεύτερο μισό του 3ου αιώνα όμως, έκανε έντονη την εμφάνιση του ένας άλλος λαός, οι Δάρδανοι. Ήταν τότε που άρχισαν μια μαζικότερη κάθοδο από το Κόσοβο και την περιοχή των Σκοπίων μέσω της κοιλάδας του Αξιού παρενοχλώντας και λεηλατώντας περιοχές της Παιονίας. Ο εικοσάχρονος Φίλιππος Ε’ θα προσπαθήσει το 217 να εμποδίσει την κάθοδο τους φράζοντας και οχυρώνοντας τα περάσματα από βορά κοντά στη Βυζάτορα, την μεγαλύτερη παιονική πόλη στις όχθες του Αξιού, την οποία και καταλαμβάνει.

Κατὰ δὲ τοὺς αὐτοὺς καιροὺς Φίλιππος ὁ βασιλεὺς κατελάβετο Βυλάζωρα, μεγίστην οὖσαν πόλιν τῆς Παιονίας καὶ λίαν εὐκαίρως κειμένην πρὸς τὰς εἰσβολὰς τὰς ἀπὸ τῆς Δαρδανικῆς εἰς Μακεδονίαν, ὥστε διὰ τῆς πράξεως ταύτης σχεδὸν ἀπολελύσθαι τοῦ φόβου τοῦ κατὰ Δαρδανίους. οὐ γὰρ ἔτι ῥᾴδιον ἦν αὐτοῖς ἐμβαλεῖν εἰς Μακεδονίαν κρατοῦντος Φιλίππου τῶν εἰσόδων διὰ τῆς προειρημένης πόλεως. (Πολυβ. 5.97.3-5)”

Στις επιχειρήσεις στη Βυζάτορα είχε δίπλα του και τον Εδεσσαίο φίλο Χρυσόγονο. Αυτό συνάγεται από το γεγονός ότι αφού κατέλαβε την πόλη και ασφάλισε τα περάσματα, τον έστειλε γρήγορα στην Άνω Μακεδονία να συγκεντρώσει στρατό. Η λεπτομέρεια αυτή ίσως σημαίνει ότι ο Χρυσόγονος είχε υπό την διοίκηση του εκτός της Θεσσαλίας και την Άνω Μακεδονία. Ανάλογη στρατολόγηση έκανε και ο Φίλιππος, επιστρέφοντας από την κοιλάδα του Αξιού, στην Αμφαξίτιδα και στην Βοττιαία. Μετά πήγε στην Έδεσσα περιμένοντας εκεί τον Χρυσόγονο. Όταν ο τελευταίος έφτασε από την Άνω Μακεδονία, ένωσαν τους δυο στρατούς και ξεκίνησαν για την Λάρισα όπου έφτασαν μετά από πορεία έξι ημερών. Από εκεί με μια γρήγορη νυχτερινή πορεία βρέθηκαν πρωί πρωί μπροστά στα τείχη της Μελίτειας η οποία είχε καταλειφθεί από τους Αιτωλούς.

Ασφαλισάμενος δὲ ταύτην (την Βυζάτορα) Χρυσόγονον μὲν ἐξαπέστειλε κατὰ σπουδὴν ἐπισυνάξοντα τοὺς ἄνω Μακεδόνας, αὐτὸς δὲ παραλαβὼν τοὺς ἐκ τῆς Βοττίας καὶ τῆς Ἀμφαξίτιδος ἧκεν ἔχων εἰς Ἔδεσσαν. προσδεξάμενος δʼ ἐνταῦθα τοὺς μετὰ Χρυσογόνου Μακεδόνας ἐξώρμησε μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως, καὶ παρῆν ἑκταῖος εἰς Λάρισαν. κατὰ δὲ τὸ συνεχὲς ἐνεργῷ νυκτοπορίᾳ χρησάμενος ὑπὸ τὴν ἑωθινὴν ἧκε πρὸς Μελίτειαν καὶ προσθεὶς τὰς κλιμακίδας τοῖς τείχεσι κατεπείραζε τῆς πόλεως.(Πολυβ. 5,97)”

Η Μελίτεια όπως και οι διπλανές παραθαλάσσιες φθιώτιδες Θήβες (σήμερα Μικροθήβες), ήταν υπό την κατοχή των Αιτωλών και αποτελούσαν τα ορμητήρια τους για καταστροφές και λεηλασίες των όμορων πόλεων της περιοχής. Η επιτυχής απελευθέρωση και εκδίωξη των Αιτωλών ικανοποίησε τα μέγιστα τις θεσσαλικές πόλεις. Στις επιχειρήσεις αυτές προφανώς έπαιξε κορυφαίο ρόλο και ο Χρυσόγονος ως στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλίας.

Οι δύο αυτές επεμβάσεις του Χρυσόγονου, αποτελούν σίγουρα τον λόγο του υπέρ αυτού τιμητικού ψηφίσματος των Λαρισαίων. Δύο επεμβάσεις που γλύτωσαν την πόλη τους από λεηλασίες ίσως και καταστροφή, γνωρίζοντας από άλλα περιστατικά, όπως της ισοπέδωσης του Δίου και της Δωδώνης, την καταστροφική μανία των Αιτωλών. Το ψήφισμα θα πρέπει να αποφασίστηκε αμέσως μετά την λήξη του 2ου Συμμαχικού Πολέμου (220 – 217), δηλαδή το 216, όπως σωστά εκτιμά και η εφαρμογή “Ιθάκη”. Ο Χρυσόγονος, ως στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλίας, θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους Λαρισαίους. Θα τους είχε εντυπωσιάσει με τους ευγενικούς του τρόπους και την καλοσύνη του η οποία όπως γράφει και ο Πολύβιος έκαμνε τον βασιλιά Φίλιππο “ημερώτατον”.

Επίλογος

Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε άλλα στοιχεία για τον Εδεσσαίο αυτόν άνδρα. Για να είναι όμως φίλος του Αντιγόνου Γ’ θα πρέπει να προερχόταν από τις αριστοκρατικές οικογένειες της Μακεδονίας. Και οι οικογένειες αυτές ήταν συνήθως οι μεγάλοι γαιοκτήμονες της περιοχής, στη προκειμένη περίπτωση του εδεσσαϊκού κάμπου. Η στρατιωτική του μάλιστα καριέρα σημαίνει ότι εκπαιδεύτηκε στην εφηβεία του στο γυμνάσιο της Μίεζας που είχε κτίσει ο Φίλιππος Β’. Μια σχολή που συνδύαζε στρατιωτική και φιλοσοφική εκπαίδευση.

Κλείνοντας θάθελα να σημειώσω ότι, εκτός από τον Πλούταρχο και τον Πολύαινο που αναφέρουν την Έδεσσα … ως Έδεσσα όπως είδαμε στην ανάρτηση για τον μύθο Έδεσσας – Αιγών, και ο Πολύβιος αναφέρει την Έδεσσα … ως Έδεσσα στις διηγήσεις του. Την πρώτη στο περιστατικό που μόλις αναφέρθηκε, όταν δηλαδή ο Φίλιππος Ε’ πήγε στην Έδεσσα και περίμενε εκεί τον Εδεσσαίο Χρυσόγονο, και η δεύτερη, όταν, πρώτος από όλους τους ιστορικούς, περιγράφει την Εγνατία Οδό η οποία κατασκευάστηκε από τους Ρωμαίους λίγα χρόνια πριν πεθάνει. Το αναφέρει ο Στράβων στο 7ο βιβλίο του:

ἐκεῖθεν δʼ ἐστὶ παρὰ Βαρνοῦντα διὰ Ἡρακλείας καὶ Λυγκηστῶν καὶ Ἐορδῶν εἰς Ἔδεσσαν καὶ Πέλλαν μέχρι Θεσσαλονικείας· μίλια δʼ ἐστί, φησὶ Πολύβιος, ταῦτα διακόσια ἑξήκοντα ἑπτά.

Παράρτημα

1. Το ψήφισμα στη θεσσαλική διάλεκτο

Ταγευόντουν Ανανκίπποι Πεθθαλείοι, Αριστονόοι. Πεθθαλείοι, Μνασία Πουταλείοι, Επιγένεος Ιασονείοι, Μενάνδροι Πολυαινεδαίοι · Ίπποδρομίοι τα ες και δεκότα, αγορανομέντος Μνασία· όπειδεί Χρυσόγονος, Πυρρίχειος, Μακετούν έξ Εδέσσας, φίλος εούν και ευεργέτας τας τουν Λαρισαίουν πόλιος έν παντί καιρού, κι κ’ έχει χρείσιμον τά πόλι, φανερός έστι πράσουν, τούν ταγούν λεξάντουν, έψαφίστει τά πολιτεία δεδόσθειν Χρυσογόνου πάρ τας πόλιος πολιτείαν και έντασιν πάντουν καί αύτού και έσγόνοις καττάπερ Λαρισαίοις φυλας έλομένου τας κέ βέλλειτει· ό μά ψάφισμα τόνε κύριον έμμεν κάπ παντός χρόνοι και τάς ταμίας όνγράψαντας έν στάλαν λιθίαν κατθέμεν έν τό Κερδοίον και τάν όνάλαν, κις κε γινύειτει έν τάνε, δόμεν

2. Η αλληλογραφία Αντιγόνου και Ζήνωνα

Βασιλεὺς Ἀντίγονος Ζήνωνι φιλοσόφῳ χαίρειν.

Ἐγὼ τύχῃ μὲν καὶ δόξῃ νομίζω προτερεῖν τοῦ σοῦ βίου, λόγου δὲ καὶ παιδείας καθυστερεῖν καὶ τῆς τελείας εὐδαιμονίας ἣν σὺ κέκτησαι. διόπερ κέκρικα προσφωνῆσαί σοι παραγενέσθαι πρὸς ἐμέ, πεπεισμένος σε μὴ ἀντερεῖν πρὸς τὸ ἀξιούμενον. σὺ οὖν πειράθητι ἐκ παντὸς τρόπου συμμίξαι μοι, διειληφὼς τοῦτο διότι οὐχ ἑνὸς ἐμοῦ παιδευτὴς ἔσῃ, πάντων δὲ Μακεδόνων συλλήβδην. ὁ γὰρ τὸν τῆς Μακεδονίας ἄρχοντα καὶ παιδεύων καὶ ἄγων ἐπὶ τὰ κατʼ ἀρετὴν φανερὸς ἔσται καὶ τοὺς ὑποτεταγμένους παρασκευάζων πρὸς εὐανδρίαν. οἷος γὰρ ἂν ὁ ἡγούμενος ᾖ, τοιούτους εἰκὸς ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ γίγνεσθαι καὶ τοὺς ὑποτεταγμένους.

Βασιλεῖ Ἀντιγόνῳ Ζήνων χαίρειν.

Ἀποδέχομαί σου τὴν φιλομάθειαν καθόσον τῆς ἀληθινῆς καὶ εἰς ὄνησιν τεινούσης, ἀλλʼ οὐχὶ τῆς δημώδους καὶ εἰς διαστροφὴν ἠθῶν ἀντέχῃ παιδείας. ὁ δὲ φιλοσοφίας ὠρεγμένος, ἐκκλίνων δὲ τὴν πολυθρύλητον ἡδονήν, ἣ τινῶν θηλύνει νέων ψυχάς, φανερός ἐστιν οὐ μόνον φύσει πρὸς εὐγένειαν κλίνων, ἀλλὰ καὶ προαιρέσει. φύσις δὲ εὐγενὴς μετρίαν ἄσκησιν προσλαβοῦσα, ἔτι δὲ τὸν ἀφθόνως διδάξοντα, ῥᾳδίως ἔρχεται πρὸς τὴν τελείαν ἀνάληψιν τῆς ἀρετῆς. ἐγὼ δὲ συνέχομαι σώματι ἀσθενεῖ διὰ γῆρας· ἐτῶν γάρ εἰμι ὀγδοήκοντα· διόπερ οὐ δύναμαί σοι συμμίξαι. ἀποστέλλω δέ σοί τινας τῶν ἐμαυτοῦ συσχολαστῶν, οἳ τοῖς μὲν κατὰ ψυχὴν οὐκ ἀπολείπονται ἐμοῦ, τοῖς δὲ κατὰ σῶμα προτεροῦσιν· οἷς συνὼν οὐδενὸς καθυστερήσεις τῶν πρὸς τὴν τελείαν εὐδαιμονίαν ἀνηκόντων”.

Leave a comment